Σάββατο 28 Νοεμβρίου 2009

Το Πέμπτο λιοντάρι


Μακριά απ' του κάστρου τη σκιά
στρέφει τα νώτα στο λιμάνι
κρύβει θαμμένα μυστικά
κι όλο του κεφαλιού της κάνει
η πόλη αυτή που με παιδεύει
η πόλη αυτή που με μπερδεύει



Πριν δέκα χρόνια ήρθα εδώ
με μια βαλίτσα αριθμούς και σημειώσεις
βρήκα μια τρύπα να κρυφτώ
μα τα τρελοστιχάκια μου
δεν χώρεσαν στις εξισώσεις
κι είπα να βγω να τραγουδήσω
στην πόλη αυτή που με μαγεύει



Κι όταν σχολούσε η πελατεία
βουβός κοιτούσα το φεγγάρι
σαν άγαλμα μες στην πλατεία
εγώ το πέμπτο της λιοντάρι

Εδώ στο χείλος των τριάντα
- τι αριθμός θεέ μου κι αυτός -
τίποτα δεν κρατάει για πάντα
γνέφει ο άλλος μου εαυτός
στην πόλη αυτή που με παιδεύει
στην πόλη αυτή που με μπερδεύει



Τώρα οι φίλοι έχουν σκορπίσει
και σαν αγρίμι κρύβομαι βαθιά μες στην φωλιά μου
εδώ κανείς δε με γνωρίζει κι αν μάθαν το επώνυμο
ξεχάσαν το όνομά μου
στην πόλη αυτή που με μαγεύει

Κι όταν τελειώνει η συναυλία
το μάτι κλείνω στο φεγγάρι
σαν άγαλμα μες στην πλατεία
εγώ το πέμπτο της λιοντάρι

Στίχοι: Μιλτιάδης Πασχαλίδης
Μουσική: Μιλτιάδης Πασχαλίδης
Πρώτη εκτέλεση: Μιλτιάδης Πασχαλίδης

Σάββατο 21 Νοεμβρίου 2009

«Όφις και κρίνο», Η persona ενός ζωγράφου στον Καζαντζάκη


Διαχρονικά, πολλοί είναι οι συγγραφείς που έχουν καταθέσει στο λογοτεχνικό έργο τους όψεις του «ήθους» των καλλιτεχνών ηρώων τους και έχουν αποκαλύψει εκφράσεις της αποκλίνουσας καλλιτεχνικής τους φύσης. Πολλοί περισσότεροι είναι οι λογοτέχνες που έχουν περιγράψει το ερωτικό πάθος των ηρώων τους που τους οδηγεί στα όρια της παραφροσύνης. Στο έργο του Νίκου Καζαντζάκη «Όφις και κρίνο» (1906), συναντάμε ένα ιδιόρρυθμο ψυχικά και πνευματικά ζωγράφο, σφόδρα ερωτευμένο με μια γυναίκα.
Στο πρώιμο αυτό έργο του συγγραφέα, σκιαγραφείται η διαταραγμένη κατάσταση ενός ζωγράφου, ο οποίος καταθέτει τις σκέψεις του γύρω από την ύπαρξη μιας όμορφης γυναίκας που συνάντησε απρόσμενα:

«Ένα βράδυ εκάθισα λυπημένος σ’ έναν κήπο έξω από την πόλη. Ένοιωσα πως κάποιον επερίμενεν η ψυχή μου. Έστρεψα το κεφάλι και την είδα. Γελαστή κι ώμορφη ερχόταν κάτω από τα δέντρα. Κάποιο χέρι μ’ έσπρωξε. Ω, το θυμούμαι’ Κάποιο χέρι παντοδύναμο μ’ έσπρωξε. Και της σίμωσα και της είπα τ’ όνομά μου – όνομα γνωστό καλλιτέχνη – και την παρακάλεσα να μ’ αφίσει να την ζωγραφίσω».

Παρ’ ότι ο ζωγράφος ζήτησε από τη γυναίκα να γίνει η Μούσα του αμέσως μόλις την αντίκρισε, το ερωτικό πάθος για εκείνη, ενώ αρχικά τού ξυπνούσε τη δημιουργικότητα, με το πέρας του χρόνου, είχε κατάφερε να αναστείλει την καλλιτεχνική δραστηριότητά του. Ο καλλιτέχνης καταθέτει τα πρώτα ψυχικά του βιώματα ως ακολούθως: «Νοιώθω κατεβαίνει μέσα μου ένας Θεός. Πνεύμα δημιουργίας φυσάει απάν’ από τις σκέψεις μου κι ένας δάκτυλος που στάζει φως εγγίζει το μέτωπό μου. Ένας Ραφαήλ κι ένας Πραξιτέλης λειτουργούνε μέσα μου. Κι ακούω το πινέλο απαλό και παντοδύναμο να σέρνεται στην καρδιά μου και νοιώθω ν’ απλώνονται απάνω της και να ζωντανεύουν οι μεγάλες ζωγραφιές. Παναγίες με το γλυκό χαμόγελο και τα’ άφθαστα κάλλη. Αγγελούδια π’ ακουμπούν το ξανθό κεφάλι απάνω στα χεράκια των και κυττάζουν με μάτια λουλουδιών τους ουρανούς και σωπαίνουν». Σε άλλο σημείο όμως του έργου, ο ζωγράφος παραδέχεται με παράπονο τα εξής:

«Κάθομαι στο ατελιέ μου μπροστά στις ζωγραφιές που άρχισα και δεν μπορώ να τελειώσω – κάθομαι και συλλογούμαι. Είμαι ξυπνητός κι ονειρεύομαι. Και βλέπω της Αγάπη μου νάρχεται γελαστή κι αθόρυβη, με τα μεγάλα μάτια και το λευκό, το αχάραχτο μέτωπο που δεν το φίλησε και δεν το λέρωσε η κάμπια της σκέψης. Κάτω στο διάβα της έχω στρωμένα την ευτυχία μου και τη χαρά και τους κρίνους της αθωότης μου και τα άγια άνθη του λωτού. Και τα πατεί και τα φονεύει κι έρχεται αθόρυβη και γελαστή απάνω στην ψυχή μου. Κι ανατριχιάζω όλος από αγάπη από φόβο».

Ο καλλιτέχνης βεβαίως, ήδη στις πρώτες αράδες του κειμένου έχει παραδεχτεί τη σωματική και συνάμα έχει σαφώς υπαινιχθεί τη διανοητική του νοσηρότητα: «Έχω πυρετό πάλι σήμερα. Ανατριχίλες διαβαίνουν από το κορμί μου όλο –κάτι τι σπαράσσει και τεντώνεται στον νου μου, - σαν να λύεται απότομα ένα ελατήριο, σαν να ξετυλίσσεται μ’ ορμή μια ανημέρωτη σκέψη πίσω από το μέτωπό μου». Αμέσως μετά μεταθέτει τη σκέψη του σ’ Εκείνη, την πηγή του ερωτικού πάθους και συνάμα της έμπνευσής του. Μεταξύ αισθήσεων και κυρίως παραισθήσεων, ο ήρωας - αφηγητής εκφράζει τις ενστικτώδεις διαθέσεις του έναντι της γυναίκας που ποθεί.

Με λόγο εντόνως εξομολογητικό, που αγγίζει τα όρια του παραληρήματος, ο ζωγράφος ξεδιπλώνει σε δεύτερο πρόσωπο τα αισθήματα που τρέφει για την αγαπημένη του:

«Είσαι η μόνη γυναίκα που εγέμισε την ψυχή μου. Όταν περνάς σιγά, σιγά, το χέρι Σου απάνω στα μαλλιά μου κόσμοι απόκρυφοι ανοίγονται μέσα μου και μια άνθιση μυστική κρίνων και ρόδων και κισσών ανθεί και πλέκεται γύρω στους στοχασμούς μου. Μου έρχεται να σκύβω και να σκορπώ στο διάβα Σου στέφανα και ρόδα και πολύξερους πόθους κι αγάπης μυστικά. Όταν η ανάμνησή Σου ανατέλλει και ροδίζει την ψυχή μου, Σε βλέπω μέσα από τα δάση των επιθυμιών μου κι από τις οροσειρές των παθών μου, μέσ’ από τα φυλλώματα τα πυκνά των πόθων μου να προβαίνεις λιγερή κι αμίλητη και με περίσσια χάρη και τα όνειρά μου στρώνονται και γονατίζουν χάμαι και Σε κυττάζουν. Διάβαίνεις σαν φως απάνω από την ψυχή μου. Και όλες μου οι αισθήσεις σμίγουν τα χέρια των σιγά, σιγά, στο διάβα Σου για να προσευχηθούν…».

Μαζί όμως με το πάθος που έχει κατακλύσει το «είναι» του, ο ζωγράφος δείχνει να συναισθάνεται σταδιακά το επερχόμενο τέλος, το οποίο φαίνεται πως είχε προβλέψει στη φράση:

«Αν αποθάνω, θ’ αποθάνω μια νύχτα, τα μεσάνυχτα, μέσα στην αγκαλιά Σου από την αγάπη κι από τον φόβο!». Έτσι, προσκαλεί την Μούσα του σ’ ένα εξοχικό σπίτι και πλημμυρίζει την κρεβατοκάμαρα με κρίνα και ρόδα.

Το τελευταίο τμήμα του έργου γράφεται από ένα φίλο του αφηγητή, ο οποίος βρίσκει τον καλλιτέχνη και την αγαπημένη του νεκρούς στην κρεβατοκάμαρα. Σύμφωνα με τη μαρτυρία του: «Όλα έδειχναν πως επάλεψεν απελπισμένα η δύστυχη ν’ ανοίξει το παράθυρο και ν’ αναπνεύσει – μα εκείνος δεν την αφήκε… Εκείνος μ’ ένα ήρεμο χαμόγελο είχε ξαπλωθεί χάμαι στο πλάι κι είχε ρίξει τα χέρια του μ’ ένα κίνημα ανέκφραστο αγάπης γύρω στον λαιμό της». Ο ζωγράφος, ως φαίνεται από το τέλος του έργου, αφαίρεσε τη ζωή της γυναίκας που αγαπούσε και εν συνεχεία αυτοκτόνησε, γεγονός που, κατά την κρίση του φίλου του, «έδειχνε τον θλιβερό δρόμο πούχε πάρει τελευταία η σκέψη του δυστυχή και μεγάλου καλλιτέχνη».

Η ένταση του ιλίγγου, των φαντασιώσεων και των παραισθήσεων και που προκαλεί το αλόγιστο καταστροφικό πάθος που εγείρει το ερωτικό αντικείμενο στον ήρωα - αφηγητή του έργου «Όφις και κρίνο» καταδεικνύει τη λογοτεχνική δεινότητα του Καζαντζάκη, ο οποίος εξομολογείται στο έργο του «Αναφορά στον Γκρέκο»: «Βαριά κι άχαρη η μοίρα του ανθρώπου που γράφει’ γιατί είναι φυσικά αναγκασμένος να χρησιμοποιεί λέξεις, να μετατρέπει δηλαδή τη μέσα του ορμή σε ακινησία. Η κάθε λέξη είναι σκληρότατο τσόφλι που κλείνει μέσα του μεγάλη εκρηχτικιά δύναμη’ για να βρεις τι θέλει να πει πρέπει να την αφήνεις να σκάζει σαν οβίδα μέσα σου και να λευτερώνει έτσι την ψυχή που φυλακίζει».

(Στα αποσπάσματα που παρατίθενται έχει διατηρηθεί η ορθογραφία του συγγραφέα)

Πηγή: art.mag

Τετάρτη 18 Νοεμβρίου 2009

Ένα βιβλίο αναμνήσεων



Πριν από 30 χρόνια η διαδρομή αυτή είχε άλλα χώματα, άλλες βροχές. Τα κατσίκια αυτά, τα πρόβατα αυτά έμοιαζαν με τα άλλα που θυσιάστηκαν για την τροφή των ανθρώπων. Τα δέντρα είχαν πιο πολλά φύλλα στα κλαδιά. Οι ελιές, τα πεύκα έμοιαζαν όπως στα έργα ζωγραφικής. Το παρελθόν είχε εισέλθει στον παρόντα χρόνο. Οι Αθηναίοι, οι Θεσσαλονικείς, οι πολυπληθείς επισκέπτες από παντού, γνώριζαν τα Ανώγεια της Κρήτης. Μια συμφωνία, μια αγάπη πνευμάτων έκαναν τον Μάνο Χατζιδάκι και τον Γεώργιο Κλάδο, δήμαρχο Ανωγείων, να διοργανώσουν, το 1979, αυτό το συνέδριο για τη Λαϊκή παράδοση στον καιρό μας - όχι τώρα που δεν έχει μείνει τίποτε, αλλά τότε.

Οι ομιλητές, στη θέση τους. Κάποια από τα πρόσωπα που έπαιζαν και άλλα που θα έπαιζαν ρόλο αργότερα στον πολιτισμό αυτής της χώρας, ήταν εδώ. Νιάτα και ομορφιές, όπως στα βιβλία των αναμνήσεων. Ανάμεσα σε καφέδες και ποτά, εδέσματα και σαλάτες, κρασί και ρακί, οι σύνεδροι και οι ακροατές έπλεκαν ουράνιες σκέψεις κάθετες στη φυσική ζωή του τόπου. Τραγουδιστές και λυράρηδες έντυναν τα βράδια με μουσικές εξαίσιες, συμπληρώνοντας το σκηνικό. Το έργο.

Αυτά πέρασα εδώ ξεφυλλίζοντας το βιβλίο που μου έστειλε η yafka books - ο Γιώργος Μητρόπουλος και η εξαιρετική συνθέτρια, τραγουδίστρια Δανάη Παναγιωτοπούλου, υπό τον τίτλο: Ο καταστασιακός Χατζιδάκις, Ανώγεια 1979. Συνάντηση και διάλογος για τη σημασία μιας λαϊκής παράδοσης στον καιρό μας. Οπου οι φωτογραφίες παίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο.

Όμως την Κρήτη θα την ζήσω παρουσιάζοντας την ποιητική τέχνη, με τον συνεργάτη μας - ποιητή, Χρίστο Κρεμνιώτη, από τις 16 έως 23 Νοεμβρίου στο Ηράκλειο της Κρήτης, μιλώντας, ως Βιβλιοθήκη - Καταφύγιο θηραμάτων, στο θέατρο του Παγοποιείου, που, εξαιρετικά, διευθύνει η Χρυσάννα Καρέλλη· στην παζολινική πόλη.

Από τον Γιώργο Χρονά

Σάββατο 14 Νοεμβρίου 2009

Λαϊκές τελετουργίες στην Κρήτη και Έθιμα στον κύκλο του χρόνου


Το βιβλίο αυτό αποτελεί μια συστηματική καταγραφή των λαϊκών τελετουργιών, των δοξασιολογιών και των εθιμικών πρακτικών της Κρήτης. Ως λαϊκές τελετουργίες ο συγγραφέας εννοεί τις εθιμικές πράξεις που συνδέονται με τη λαϊκή λατρεία και εκφράζονται με ποικίλες εκδηλώσεις και συμβολισμούς στον κύκλο του χρόνου. Πρόκειται για μια ποιητική και επιστημονική προσέγγιση του λαϊκού πολιτισμού και της λαϊκής ψυχής, τεκμηριωμένη με πολυεπίπεδη έρευνα και εντυπωσιακό φωτογραφικό υλικό, λήψεις κυρίως του ίδιου του συγγραφέα από επιτόπιες έρευνες που άρχισαν από τα εφηβικά και τα πρώτα νεανικά του χρόνια, από τη δεκαετία του 1970.
Μέσα από τις λαϊκές τελετουργίες επιβίωσαν πανάρχαιες αντιλήψεις, πανάρχαιες εθιμικές πρακτικές, αυτούσιες ή προσαρμοσμένες στις θρησκευτικές, κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες της κάθε εποχής.
Σήμερα, που τα λαϊκά τελετουργικά έθιμα της Κρήτης, όπως και πολλών άλλων περιοχών, βρίσκονται σε υποχώρηση, το βιβλίο αυτό αποτελεί πολύτιμο απόκτημα και μαρτυρία ζωής. Δεν είναι μόνον οι περιγραφές, στην πλειοψηφία τους αποτέλεσμα επιτόπιων ερευνητικών προσπαθειών, αλλά και η διεισδυτική ματιά του συγγραφέα που αναζητά τις καταβολές, τις ρίζες, τις λατρευτικές προεκτάσεις και το κοινωνικό περιεχόμενο της λαϊκής λατρείας, όπως εκδηλώνεται στην ιδιαίτερη πατρίδα του, την Κρήτη. Το βιβλίο, όμως, αποκτά γενικότερο ενδιαφέρον για το σύνολο του ελληνικού πολιτισμού, αφού προσφέρει υλικό για την πληρέστερη προσέγγιση ανάλογων ή παράλληλων εθιμικών πρακτικών του ελληνικού και του ευρύτερου μεσογειακού χώρου.


«Οι παλιοί παπάδες της Κρήτης θυμούνται ακόμα την εποχή που ευλογούσαν το στάρι ή το κριθάρι για να βλαστήσει ο σπόρος. Αυτή η τελετουργία έχει σβήσει από τις αρχές του '70, όταν εγκαταλείφτηκε η καλλιέργεια των δημητριακών. Η υποχώρηση των λαϊκών τελετουργιών και των εθίμων, όχι μόνο στην Κρήτη αλλά και σε πολλές περιοχές της Βαλκανικής και της Μεσογείου, είναι γεγονός και οφείλεται στις μεταβολές των οικονομικών και κοινωνικών (αλλά και των ψυχολογικών) συνθηκών μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Ήδη από το 1930 και έπειτα, δεν γίνονται λιτανείες με την εικόνα του Αγίου Τρύφωνα ούτε κρεμούν κάμπιες στην εικόνα του για να «υπενθυμίσουν» στον Άγιο να τις εξαφανίσει από τις καλλιέργειες. Το πετρέλαιο και τα εντομοκτόνα τον... αχρήστευσαν.
Αργότερα, όταν επεκτάθηκε η χρήση αλωνιστικών μηχανών, ξεχάστηκε το έθιμο να στήνουν “λαμί” στα αλώνια και να προσκυνούν τον καινούργιο καρπό. Αυτά τα λίγα παραδείγματα μαρτυρούν πόσο πολύτιμο είναι ένα βιβλίο που συγκεντρώνει και διασώζει τον νεότερο λαϊκό πολιτισμό. Γι’ αυτό και ξεχωρίζει το πλούσιο λεύκωμα του Νίκου Ψιλάκη, ερευνητή ακούραστου, που καταγράφει με διεισδυτικότητα και ημερολογιακή τάξη τα λαϊκά δρώμενα και τις λατρευτικές τελετουργίες της Κρήτης από τον 19ο αιώνα μέχρι σήμερα. Το βιβλίο του έχει «θερμοκρασία», παράγει συγκίνηση, είναι καλογραμμένο, ενσωματώνει πλήθος ιστορικών στοιχείων και συμπληρώνεται από πλούσιο και σπάνιο φωτογραφικό υλικό».

Αριστοτελία Πελώνη, εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ»

Στον παρόντα, ογκωδέστατο τόμο καταθέτει συγκεντρωμένο το αποτέλεσμα μιας ερευνητικής δουλειάς που κράτησε πάνω από τριάντα χρόνια, για τις λαϊκές τελετουργίες, τις δοξασιολογίες και τις εθιμική πρακτικές της Κρήτης. Ως λαϊκές τελετουργίες ο συγγραφέας εννοεί τις εθιμικές πράξεις που συνδέονται με τη λαϊκή λατρεία και εκφράζονται με ποικίλες εκδηλώσεις και συμβολισμούς στον κύκλο του χρόνου. Στον πρόλογό του επισημαίνει ότι τα λαϊκά τελετουργικά έθιμα της Κρήτης, όπως και πολλών άλλων περιοχών της Βαλκανικής και της Μεσογείου, βρίσκονται σε υποχώρηση κατά τις τελευταίες δεκαετίες ή υφίστανται σημαντικές μεταβολές, άρρηκτα συνδεδεμένες με τις μεταβολές των κοινωνικών και οικονομικών συνθηκών. Ως κομβικό σημείο αυτής της διατάραξης θεωρεί τα τέλη της δεκαετίας του 1960, όταν ο εξηλεκτρισμός της υπαίθρου και η εκμηχάνιση της αγροτικής παραγωγής μεταβάλλουν τις κοινωνίες και τις οικονομικές δομές του νησιού, με φυσικό επακόλουθο τη μεταβολή των ψυχολογικών συνθηκών που καθόριζαν το εθιμικό περιβάλλον στον κύκλο του χρόνου.
Οι λαϊκές τελετουργίες που καταγράφονται και παρατίθενται με ημερολογιακή τάξη σ’ αυτό το βιβλίο αφορούν κυρίως στο νεότερο λαϊκό πολιτισμό της Κρήτης, από τον 19ο αιώνα μέχρι σήμερα, αν και όπου του το επιτρέπει το υλικό, ο Νίκος Ψιλάκης πάει πιο πίσω στο χρόνο, σε παλαιότερες τελετουργικές πρακτικές.
Ο Νίκος Ψιλάκης στη μελέτη του, εντυπωσιακή για την πρωτοτυπία και την πληρότητά της, δεν περιορίζεται σε μια απλή πληροφοριακή και περιγραφική προσφορά (πράγμα διόλου ευκαταφρόνητο), αλλά προχωρά σε συγκρίσεις και επιστημονικές ανιχνεύσεις και εμβαθύνσεις φωτίζοντας από πολλές γωνίες το υλικό του και καταλήγοντας σε χρήσιμα ανθρωπολογικά συμπεράσματα. Ο συγγραφέας με αγάπη και στοργή συλλέγει και μελετά λαϊκές τελετουργίες του αγροτικού και αστικού χώρου, ερμηνεύει αυτές τις εκδηλώσεις της ζωής και τις αφηγείται με μια γλώσσα ρέουσα και ποιητική, απολαυστική μέσα στον πλούτο και την απλότητά της.
Φυσικά οι αναγνώσεις μιας τέτοιας μελέτης είναι πολλαπλές και πολυεπίπεδες. Εύκολα μπορούν να διακριθούν και αναλόγως να αξιοποιηθούν τα ιστορικά, θρησκειολογικά, κοινωνιολογικά, οικονομικά στοιχεία, που αφθονούν στις σελίδες του βιβλίου. Πλουσιότατο και κατατοπιστικότατο και το φωτογραφικό υλικό που πλαισιώνει και συμπληρώνει τα κείμενα. Οι λήψεις έχουν γίνει από τον ίδιο τον συγγραφέα κατά τη διάρκεια των επιτόπιων ερευνών του.
Συγκεφαλαιώνοντας θα λέγαμε ότι ο Νίκος Ψιλάκης αποτίει έναν ξεχωριστό φόρο τιμής στους ανώνυμους λαϊκούς ανθρώπους, στις αγροτικές κοινωνίες των περασμένων δεκαετιών, που διατήρησαν και συνέχισαν ή δημιούργησαν αυτόν τον εθιμικό κώδικα, «ικανό όπως πίστευαν να διασφαλίσει τον οίκο, την υγεία των μελών του και την επάρκεια αγαθών»: τα πολυσπόρια ή οι επιβιώσεις τους, οι εικονικές αροτριώσεις, οι μεταφορές αγιασμού ή ευλογημένων ανθέων στα σπαρτά, οι περισχοινισμοί, οι λιτανείες για αποτροπή των κινδύνων, οι τελετουργίες που σχετίζονται με το νερό, οι σταυροί που πλέκονται στα στάχια, ο «σωρός» είναι μερικές από τις αγροτικές τελετουργίες που καταγράφονται και αναλύονται στο βιβλίο.
Συγχρόνως όμως, το συγκεκριμένο υλικό είναι και ο ασφαλέστερος οδηγός γι’ αυτούς που αγαπούν και σέβονται τη λαϊκή παράδοση, τη γονιδιακή αυτή μνήμη, και προσπαθούν να την προστατεύσουν και διαφυλάξουν από τις κακόγουστες αναβιώσεις, τους φολκλορισμούς και τις γραφικότητες, που αφθονούν πλέον και απειλούν να διαβρώσουν και να αλλοιώσουν παραδοσιακές μορφές πολιτισμού με βαθύτατη ιστορία».

Παναγιώτης Στυλ. Σκορδάς
Περιοδικό «ΑΝΤΙ», εφημερίδα «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ»

Τρίτη 10 Νοεμβρίου 2009

Η δασκάλα και ο βοσκός


Μύθος και παρόν ενώνονται στο νέο μυθιστόρημα της Ρέας Γαλανάκη, "Φωτιές του Ιούδα, στάχτες του Οιδίποδα", το οποίο θα βρίσκεται από την επόμενη εβδομάδα στα βιβλιοπωλεία. Παρακολουθούμε από τη μία πλευρά την ανάπτυξη του μύθου του Οιδίποδα όπως μπολιάστηκε με εκείνον του Ιούδα Ισκαριώτη ώστε να ενσαρκώσει ο τελευταίος, ένας εβραίος, το απόλυτο κακό (και προδότης και αιμομείκτης), και από την άλλη πλευρά μια δραματική ιστορία που συμβαίνει το 2000 σε ένα ιδιότυπο ορεινό χωριό της Κρήτης όπου καταφθάνει μια αθηναία ελληνοεβραία δασκάλα για να διδάξει. Τι αμαρτίες θα χρειαστεί να πληρώσει η νεοφερμένη; Συναντήσαμε την κυρία Γαλανάκη στο σπίτι της στην Αθήνα και μας μίλησε γι΄ αυτή την τελευταία της συγγραφική περιπέτεια.

- Το πρώτο πράγμα που κάνει εντύπωση στο νέο βιβλίο σας είναι ο τίτλος.Πώς συνταιριάζεται ο Οιδίποδας με τον Ιούδα;

«Και εγώ είχα εντυπωσιαστεί αφάνταστα όταν είδα πριν από λίγα χρόνια ότι η μοίρα του τραγικού Οιδίποδα- δηλαδή η έκθεση του βρέφους με σκοπό τον θάνατό του, η επιστροφή, η πατροκτονία, ο γάμος με τη μάνα- αποδίδεται, σύμφωνα με μια παράδοση της Κρήτης, και στον Ιούδα τον Ισκαριώτη, στην άγνωστη νεότητά του προτού προδώσει τον Ιησού. Κάτι τέτοιο αναφέρεται στους 77 στίχους ενός ανώνυμου ποιήματος της Κρητικής Αναγέννησης, που είναι το “Παλαιά και Νέα Διαθήκη”, το δεύτερο σε μέγεθος μετά τον “Ερωτόκριτο”. Το ιταλικό χειρόγραφο αυτού του ποιήματος εκδόθηκε για πρώτη φορά μόλις το 2004 από το Ελληνικό Ινστιτούτο της Βενετίας, και μάλιστα το είχε μεταγράψει, μελετήσει και ανακοινώσει ο Ν. Μ. Παναγιωτάκης πριν από τον θάνατό του. Το πιο ενδιαφέρον είναι ότι η συσχέτιση του Ιούδα και του Οιδίποδα διατηρήθηκε ζωντανή στην προφορική παράδοση του 20ού αιώνα και ήταν ευρύτατα γνωστή στους σύγχρονους επιφανείς λαογράφους. Ετσι, για να αναπτύξω σε ένα μυθιστόρημα τον παραπάνω μύθο, στηρίχτηκα αφενός στο κρητικό ποίημα, αφετέρου σε μαρτυρία καταγεγραμμένη από τον Γ. Α. Μέγα στην Κρήτη του περασμένου αιώνα, ελαφρώς παραλλαγμένη».

- Συνδυάζετε αυτή την παλαιά παράδοση με μια καινούργια δραματική ιστορία του 20ού αιώνα.Ο μύθος προσαρμόζεται σε οποιαδήποτε νέα πραγματικότητα;

«Ασφαλώς, αφού η συγκρότηση μιας οποιασδήποτε ταυτότητας περικλείει και στοιχεία από ποικίλους μύθους. Ξέρετε, ο μύθος κατ΄ ουσίαν δεν έχει χρόνο, είναι άχρονος, και ήθελα να το τονίσω αυτό στο μυθιστόρημα: τη διαχρονικότητα δηλαδή κάποιων μύθων, π.χ. το “πόσο αμαρτωλοί είναι οι εβραίοι, πόσο επικίνδυνοι οι ξένοι”. Να τονίσω τη διαχρονικότητα του ρατσισμού εν προκειμένω, αλλά και τη διαχρονικότητα των δυνάμεων που τον αντιμάχονται. Διότι από μόνο του το καθένα δεν έχει νόημα».

- Στο απάτητο χωριό της Κρήτης όπου εκτυλίσσεται το σύγχρονο κομμάτι του έργου κάποιοι επιδιώκουν ένα κράτος αυτόνομο,μια Κρήτη καθαρή από μετανάστες,αλητοτουρίστες,εβραίους,μουσουλμάνους για να σωθεί η παράδοση.Αυτή είναι η ευρωπαϊκή πολιτισμική ταυτότητα σήμερα;

«Ξέρετε, έγραψα αυτό το μυθιστόρημα ακριβώς για να εμβαθύνω, να αποκρυπτογραφήσω ενδεχομένως τέτοιου τύπου κλειστές κοινωνίες. Μπορεί κάποια πράγματα να δίνουν τον κυρίαρχο τόνο, και μπορεί αυτός ο κυρίαρχος τόνος να θρέφει επιπόλαια επί μήνες τα κανάλια, άπαξ και συμβεί κάτι. Εγώ όμως ως συγγραφέας επιμένω, οφείλω να επιμένω, ότι δεν υπάρχει κοινωνία που να έχει μόνο ενός μόνο τύπου ανθρώπους, ότι δεν υπάρχει κοινωνία που να προχωρεί μόνο με μία ταχύτητα. Μ΄ ενδιαφέρει η σύγκρουση των κοινωνικών ομάδων μέσα σε τέτοια μορφώματα, μ΄ ενδιαφέρουν οι αιτίες που κάνουν τις κοινωνίες και τις νοοτροπίες να αλλάζουν, μ΄ ενδιαφέρει η μετεξέλιξη των ρόλων της γυναίκας και του άνδρα σ΄ αυτές τις κοινωνίες, μ΄ ενδιαφέρει το προσκήνιο όσο και το παρασκήνιο, μ΄ ενδιαφέρει η απαξίωση των Γραμμάτων μπροστά στο εύκολο αστρονομικό κέρδος, μ΄ ενδιαφέρει η εκτροπή της οπλοκατοχής και οπλοχρησίας σε επίδειξη πλούτου, σε κάλυψη παρανομιών. Αυτά προσπαθώ να κατανοήσω, όσο και τι μπορεί να αντιπαρατεθεί σε τούτα. Και ας μην έχουμε αυταπάτες, η ευρωπαϊκή πολιτισμική ταυτότητα είναι μια θαυμαστή, μια μεγάλη ομπρέλα, που δεν μπορεί να μας προφυλάξει από το κάθε ανεμοβρόχι. Υπάρχουν και θα συνεχίσουν να υπάρχουν τοπικές ιδιαιτερότητες. Αν δεν προσπαθήσουμε να τις κατανοήσουμε, δεν θα πάμε παραπέρα».

- Βλέπουμε ότι ένα τοπικό έθιμο του Πάσχα,το κάψιμο του Ιούδα,συντηρεί τον ξεχασμένο μύθο και φέρνει θανατικό και συμφορά.Μήπως έχουμε πάλι Μεσαίωνα το 2000;

«Αυτό αφήνω να το κρίνει ο αναγνώστης. Είναι άλλωστε και ένα ερώτημα ενός από τους ήρωές μου, του αγροτοποιμένα Πέτρου, αλλά και της νεαρής αθηναίας ελληνοεβραίας δασκάλας που έρχεται την άνοιξη του 2000 να διδάξει στο συγκεκριμένο ορεινό χωριό, απροετοίμαστη για τον τόπο και για τους ανθρώπους του. Το κάψιμο του Ιούδα, αυτό το πασχαλινό έθιμο, ήταν απλώς η αιχμή του δόρατος για να συντελεστεί το δράμα. Από την άλλη, είναι νομίζω ολοφάνερη σε όλους μας η αναζωπύρωση του ρατσισμού σήμερα, με νέα ιδεολογήματα που προστίθενται στα παλιά. Για παράδειγμα, η προφανώς δικαιολογημένη αντίρρηση στις βιαιότητες του κράτους του Ισραήλ προκαλεί έναν καινούριο αντισημιτισμό, στρέφεται δηλαδή εναντίον μιας “φυλής” και όχι μιας συγκεκριμένης πολιτικής, ακυρώνοντας έτσι και τις τολμηρές φωνές αντίρρησης που ακούγονται μέσα στο παραπάνω κράτος. Κυρίως όμως το ζήτημα των μεταναστών είναι αυτό που έχει προκαλέσει τον σύγχρονο ρατσισμό, και στην Ελλάδα και αλλού».

- Ο θάνατος παραμονεύει στο κάθε βήμα των ηρώων σας στο ορεινό χωριό.Δεν φοβάστε μήπως εισβάλατε σε ναρκοθετημένο πεδίο;

«Εμένα με τράβηξε σ΄ αυτό το “ναρκοθετημένο πεδίο”, όπως σωστά λέτε, η ανάγκη να υπερασπιστώ τους αθώους, τις γυναίκες, τους αποκλίνοντες, καθετί το διαφορετικό μέσα σ΄ αυτές τις μικροκοινωνίες του “άβατου”. Με τράβηξε η ποικιλομορφία, όχι η ισοπέδωση των πάντων. Γιατί, το ξαναλέω, με κατέθλιψε αυτή η ισοπεδωτική, η πανάθλια φήμη για όσα συμβαίνουν την Κρήτη που προέκυψε από τα ΜΜΕ πριν από λίγα χρόνια. Σ΄ αυτό το σημείο θέλησα να παρέμβω για να δείξω και τις άλλες πλευρές, φωτεινές πλευρές κατά τη γνώμη μου, που εξακολουθούν να συνοδεύουν το εκάστοτε σκοτάδι».

- Αναφέρεστε σε υπαρκτά πρόσωπα στο σύγχρονο κομμάτι του έργου σας; «Οχι. Ολα τα πρόσωπα στο σύγχρονο μέρος του έργου, αλλά και το ορει νό χωριό που αναφέρω στο βιβλίο μου, δεν υπάρχουν. Είναι φανταστικοί άνθρωποι, φανταστικοί τόποι. Μόνο η λογοτεχνία νομιμοποιεί την ύπαρξή τους. Οσο πιο πολύ όμως έχει μελετήσει ο συγγραφέας, όσο πιο βαθιά έχει σκάψει σε τόπους και ψυχές, όσο πιο καίρια τον έχουν αγγίξει συμπεριφορές και έθιμα, όσο πιο ανοιχτά σκέφτεται, τόσο πιο κοντά στην πραγματικότητα είναι τα είδωλα που κομίζει».

- Η ελληνοεβραία δασκάλα είναι απόβλητη από το χωριό όχι μόνο επειδή δεν είναι Κρητικιά αλλά γιατί επιπλέον ερωτεύτηκε και σχετίστηκε με έναν άνδρα του χωριού.Θεωρείτε ότι το «εθνικό» είναι διαφορετικό για τη γυναίκα απ΄ ό,τι για τον άνδρα;

«Δεν θα έπρεπε, κι όμως συχνά συμβαίνει ένα “αρνητικό” στοιχείο να βαραίνει πιο πολύ τη γυναίκα παρά τον άνδρα, όσο κι αν οι κοινωνίες μας επαίρονται ότι έφεραν επιτέλους την ισοτιμία στα φύλα. Δεν συμβαίνει ακριβώς αυτό ούτε στις πόλεις ούτε στους μικρούς τόπους, αν και τα πράγματα έχουν βελτιωθεί με τον χρόνο. Στις κλειστές ορεινές κοινωνίες έχει μάλιστα παρατηρηθεί ένα πισωγύρισμα. Στο μυθιστόρημα, λόγω του συγκεκριμένου φανταστικού τόπου, η “αμαρτία” της Εύας θεωρείται βαρύτερη από την αντίστοιχη του Αδάμ, και μάλιστα διαχρονικά, ξεκινώντας από τα χρόνια της Κατοχής και του αντάρτικου για να καταλήξει στις ακραίες σύγχρονες συνθήκες».

- Η ηρωίδα σας μεταμορφώνεται στη διάρκεια του έργου και κερδίζει την παρτίδα με τον φόβο.Είναι αυτή η μοίρα των γυναικών που ξεχωρίζουν;

«Ισως συμβαίνει αυτό, τουλάχιστον για τις γυναίκες που ξεχωρίζουν για το ήθος τους, για μια στάση ζωής που κατακτούν σιγά σιγά. Ο φόβος δεν επιτρέπει να είναι κανείς ελεύθερος, να είναι δίκαιος, να είναι αυτάρκης. Δεν είναι εύκολο να ξεπεραστεί ο φόβος, δεν ξέρω καν αν ξεπερνιέται εντελώς, για πάντα. Σημειώνω σε αυτό το σημείο ότι η προσπάθεια της ηρωίδας μου να επιβληθεί στον φόβο της συμπίπτει με το ότι μαθαίνει την κρυφή οικογενειακή ιστορία της, που σχετίζεται μοιραία με το παραπάνω χωριό, και συμφιλιώνεται τελικά μαζί της. Ενα από τα “συμπεράσματά” της είναι ότι “ο χρόνος έχει πρόσωπο γυναίκας”».

- Υπάρχει γενικά μια οπτική γωνία από την πλευρά των γυναικών,τόσο στο μυθικό μέρος όσο και στο σύγχρονο. Συνδέεται αυτό με το ότι «ο χρόνος έχει πρόσωπο γυναίκας»,όπως τελειώνει και το βιβλίο σας;

«Φυσικά συνδέεται, φτάνει να μη λησμονούμε ότι από κοινού γυναίκα και άνδρας φτιάχνουν όλες τις ενότητες, την οικογένεια, την κοινωνία, έστω και με διακριτούς ρόλους. Στη μυθική λοιπόν αφήγηση προσπάθησα να συγκεντρωθώ κυρίως στη μορφή της Κιμπουρέας, της μάνας και γυναίκας του Ιούδα του Ισκαριώτη, τον μακρινό απόηχο της τραγικής Ιοκάστης. Στα δραματικά γεγονότα του 2000 οι γυναίκες έχουν σημαίνοντα ρόλοκαι δεν μιλώ μόνο για τη δασκάλα, αλλά και για την αγράμματη ηλικιωμένη Αγγελικώ που αναλαμβάνει χρέη άνδρα, ή τη φίλη της Φροσύνη που πλέκει δαντελάκι και μιλάει με μαντινάδες. Συλλειτουργούν βεβαίως με τους άνδρες ήρωες, τον Πέτρο, τον Χάρακα, τον δήμαρχο. Ας τα αφήσουμε όμως να τα ανακαλύψει όλα αυτά ο αναγνώστης».

Πηγή: Το ΒΗΜΑ

Κυριακή 8 Νοεμβρίου 2009

Άγιε μου Γιώργη μεθυστή


Άι Γιώργης ο Μεθυστής. Όσο να πεις εντυπωσιακό "παρατσούκλι" για Άγιο. Αλλά εδώ η λαική σοφία συνταιριάζει αγιότητες και ανθρώπινα χούγια. Τρεις του Νοέμβρη.

Η χαρά των "βαρελοφρόνων".

Οι νοικοκυραίοι της Κρήτης πρωτανοίγουν τα σφραγισμένα βαρέλια της νέας σοδειάς. Κρασί μυρωδάτο, σπονδή στον Άγιο τους. Κι οι εκκλησιές του, τρεις όλες κι όλες. Στην Αυγενική, στο Σωκαρά και στη Ροδιά.

Βρεθήκαμε σε λίγη ώρα να ανηφορίζουμε το στενό και κακοτράχαλο δρομάκι. Ένα πανέμορφο ηλιοβασίλεμα στεφάνωνε το ξωκκλήσι μας. Ο κόσμος λιγοστός.
Το κονάκι του Αγίου το ξόρισαν εδώ πάνω οι βοσκοί. Οι μάντρες με τα πρόβατα το
γυροφέρνουν ακόμη. Και τονε θέλανε "μεθυστή" τον Άγιο τους. Να ταιριάζει στα χνώτα τους. Να ευλογάει το κρασί τους κάθε χρόνο στις 3 του Νοέμβρη, όπως το 'κανε παλιότερα ο "προκάτοχός" του, ο Διόνυσος, την πρώτη μέρα των Ανθεστηρίων.
Η εκκλησία στολισμένη με σημαιάκια. Στο εσωτερικό της ίσα να χωρά ο παπάς, ο ψάλτης και κανά δύο ακόμη. Μπαίνεις, ανάβεις κερί, ασπάζεσαι τον Άγιο, βγαίνεις. Απλά πράγματα. Και σαν βγεις στο προαύλιο δεν έχει "αντίδερο απ' του παπά το χέρι". Ένα πάγκο με κεραστές και λογής λογής κρασιά έχει. Και λίγα μέτρα πιο κει βλέπεις τις σούβλες να στριφογυρνούν ανήσυχες. Και τις φωτιές με τα αντικρυστά κρέατα. Ιδίοτυπος "άρτος" σε ιδιότυπο πανηγύρι.
Μεθυστής ο Άη Γιώργης, γιατί μέχρι να προχωρήσει λίγο η νύχτα δοκιμάζει όλα τα
γιοματάρια των πιστών του. Και μετά βουτά και το οφτό με τα χέρια για να ξεγελάσει το
μεθύσι του. Και μόλις χορτάσει πιάνει τη λύρα και τις μαντινάδες.

Άγιε μου Γιώργη, μεθυστή
βλόγησε τη σοδειά μου
φάε και πιές και σίμωσε
και φύλα τα παιδιά μου

Μα γω κρασί δεν έπινα.
Εγώ το κοινωνούσα.
Και εδά μεθώ και χαίρομαι
κι όλο θα το βλογούσα,

αρκεί να μου το τάξετε
σε τούτη δω τη σχόλη
πως κάθε χρόνο θα 'ρχεστε
να μου το φέρνετ' όλοι.


Αφιερωμένο σ' όλους τους "μεθυστές" που επιμένουν ότι ... η ζωή είναι αλλού.

Πέμπτη 5 Νοεμβρίου 2009

Μια πόλη σαν ζωγραφιά


H πιο ποιητική πόλη της Kρήτης, χτισμένη στα ερείπια της αρχαίας Kυδωνίας, βίωσε την επέλαση πολλών επιδρομέων, αλλά γεύτηκε και πολιτισμούς των οποίων τα αποτυπώματα είναι έκδηλα σε προσόψεις κτισμάτων, σε κάστρα, τείχη, αρχαιότητες, μοναστήρια και εκκλησίες. Τα Χανιά είναι ένας τόπος που θα σας μείνει αξέχαστος από την πρώτη στιγμή, μια πόλη γεμάτη κρυμμένες ομορφιές που περιμένουν να τις ανακαλύψετε.

Περπατώντας στην πόλη των Xανίων, το βλέμμα μαγνητίζεται από το Παλιό Λιμάνι. O ενετικός κυματοθραύστης το προστατεύει από τα μεγάλα κύματα, ενώ στην άκρη του στέκει αγέρωχος ο περίφημος βενετσιάνικος Φάρος. Tο λιμάνι μοιάζει με ζωγραφιά... Mία από τις καλύτερες στιγμές της διαμονής σας εδώ είναι ο απολαυστικός περίπατος κατά μήκος του.

Tο τζαμί των Γενιτσάρων, χτισμένο το 1645 στο μέσον του Παλιού Λιμανιού, θυμίζει τις ανατολίτικες επιρροές που δέχτηκαν τα Xανιά στο παρελθόν. Στην ανατολική και νότια πλευρά του λιμανιού, σώζονται τα Nεώρια, παλιά ναυπηγεία χτισμένα από τους Ενετούς στα τέλη του 15ου αιώνα. Ξεχωρίζει το Mεγάλο Aρσενάλι, το οποίο -αναστηλωμένο σήμερα- φιλοξενεί τον εκθεσιακό και συνεδριακό χώρο του Kέντρου Aρχιτεκτονικής της Mεσογείου.
Στη βορειοδυτική πλευρά, θα συναντήσετε αξιόλογα κτίσματα της βενετσιάνικης αλλά και της οθωμανικής αρχιτεκτονικής. Tο Nαυτικό Mουσείο και η Iστορική Λαογραφική και Aρχαιολογική Eταιρεία Kρήτης στο φρούριο του Φιρκά, που βρίσκεται στο δυτικό άκρο του Παλιού Λιμανιού, αποτελούν κατά κάποιον τρόπο την είσοδο στην παλιά πόλη, που ταξιδεύει τους επισκέπτες σε μακρινές εποχές.
Oμορφα κτίρια ρίχνουν τη σκιά τους καθώς περπατά κανείς στα στενάκια θαυμάζοντας την αρχιτεκτονική και τα ζωντανά χρώματά τους. Φροντισμένα μπαλκόνια ξεχειλίζουν από πολύχρωμα ολοζώντανα λουλούδια, δίνοντας άλλον αέρα στην πόλη και στις βόλτες που θα κάνετε εκεί ξανά και ξανά.


MIA BOΛTA ΣTHN ΠOΛH

H Δημοτική Aγορά -εγκαινιάστηκε το 1913 και, ουσιαστικά, χωρίζει την παλιά από τη νέα πόλη των Xανίων- είναι χτισμένη επάνω στον ισοπεδωμένο βενετσιάνικο προμαχώνα Piatta Forma. Πρόκειται για ένα μεγαλοπρεπές οικοδόμημα σε σχήμα σταυρού, που κάποτε ήταν η καρδιά του εμπορίου της πόλης. Aκόμα και σήμερα, στεγάζει πολλά παντοπωλεία, κρεοπωλεία, ιχθυοπωλεία, μανάβικα αλλά και μαγαζιά με αναμνηστικά αντικείμενα και είδη λαϊκής τέχνης.
Στην ανατολική και τη δυτική της πλευρά, υπάρχουν και πολλά παραδοσιακά ταβερνάκια, τα οποία ετοιμάζουν νόστιμα μαγειρευτά φαγητά. Είναι τα αγαπημένα στέκια των εμπόρων που εργάζονται στην αγορά αλλά και όσων τα επισκέπτονται μετά το ξενύχτι για να απολαύσουν ένα πιάτο ζεστή, ελαφριά σούπα. Γύρω από τη Δημοτική Aγορά, βρίσκεται το Πάρκο Eιρήνης και Φιλίας των Λαών, το Δημοτικό Pολόι, το κτίριο των Δικαστηρίων και ο Δημοτικός Kήπος, που διαθέτει μικρό ζωολογικό κήπο αντιπροσωπευτικό της κρητικής πανίδας.
H συνοικία Tοπχανά πήρε το όνομά της από την ενετική πυριτιδαποθήκη που υπήρχε κάποτε εδώ. Στην οδό Θεοτοκοπούλου, θα θαυμάσετε τα βενετσιάνικα μέγαρα με τα έντονα ανατολίτικα αρχιτεκτονικά στοιχεία έπειτα από τις προσθήκες που έγιναν από τους Tούρκους. Πολλά από αυτά τα κτίρια έχουν μετατραπεί σήμερα σε όμορφες πανσιόν που προσφέρουν ατμοσφαιρική διαμονή.
Στον Tοπχανά μπορείτε να δείτε, επίσης, τον ναό του Σαν Σαλβατόρε, που φιλοξενεί τη Bυζαντινή και Mεταβυζαντινή Συλλογή Xανίων. Λίγο πιο μακριά, στην πλατεία Eλευθερίου Bενιζέλου, θα δείτε το σπίτι του γνωστού πολιτικού, το οποίο σήμερα φιλοξενεί το ομώνυμο Eθνικό Iδρυμα Eρευνών, καθώς και το παλάτι του πρίγκιπα Γεωργίου και τη ρωσική εκκλησία της Aγίας Mαγδαληνής.


MIKPEΣ ΓEITONIEΣ

Tα Tαμπάκικα ήταν κάποτε η περιοχή των βυρσοδεψείων που λειτουργούσαν στην παραλία κάτω από τη Xαλέπα. O χώρος είχε επιλεγεί τον 19ο αιώνα λόγω των υπαρχόντων υπόγειων υδάτων. Tο Kουμ Kαπή είναι μια παραλιακή περιοχή που εκτείνεται στην ανατολική πλευρά του Παλιού Λιμανιού και θα την ανακαλύψετε περπατώντας αρκετά, έχοντας πάντα τη θάλασσα δίπλα σας.
Yστερα από μια μικρή παράκαμψη, θα βγείτε στη ζωντανή αυτήν περιοχή με τα πολλά μαγαζάκια και μπαράκια, που είναι πάντα γεμάτα κόσμο. O πεζόδρομος με τα στιβανάδικα της οδού Σκρύδλωφ είναι πάντα πολύβουος, με πολλά μικρά μαγαζάκια που πουλάνε δερμάτινα κάθε είδους. H σκιά από τις τέντες παραπέμπει σε παζάρι της Aνατολής. Στα παραδοσιακά μαχαιράδικα κατά μήκος της οδού Σήφακα, οι λιγοστοί σήμερα τεχνίτες συνεχίζουν να δουλεύουν τον τροχό και το μέταλλο κατασκευάζοντας αυθεντικά κρητικά μαχαίρια. Aν έχετε αυτοκίνητο, κάντε μια βόλτα στο Aκρωτήρι, όπου βρίσκονται οι τάφοι των Bενιζέλων, σε μία από τις ωραιότερες τοποθεσίες των Xανίων με υπέροχη πανοραμική θέα.


ΠΑΡΑΛΙΕΣ ΚΟΝΤΑ ΣΤΑ ΧΑΝΙΑ

Φεύγοντας από την πόλη των Xανίων, οι κοντινότερες παραλίες με τη σειρά που τις συναντάμε είναι αυτές των Aγίων Aποστόλων, της Aγίας Mαρίνας και του Πλατανιά. Mπορεί να μην χαρακτηρίζονται από ιδιαίτερη φυσική ομορφιά, αλλά συγκεντρώνουν πλήθος κόσμου καθώς απέχουν μόνο 5-15 χιλιόμετρα από την πόλη των Xανίων. Στη βορειοδυτική γωνιά της Kρήτης, βρίσκεται η χερσόνησος της Γραμβούσας.
Στη δυτική, εξωτερική πλευρά της χερσονήσου, υπάρχει η καταπληκτική παραλία του Mπάλου. H παραλία αυτή είναι πλατιά, με πολύ ψιλή λευκή και κόκκινη άμμο, ενώ σε κάποιο σημείο σχηματίζει και μια μικρή λιμνοθάλασσα. H Φαλάσαρνα είναι μια εκπληκτική παραλία στο δυτικό άκρο της Kρήτης που απέχει 17 χλμ. από το Kαστέλι. Xαρακτηρίζεται από την ψιλή ξανθιά άμμο και τα κρυστάλλινα νερά, για τα οποία έχει βραβευτεί πολλές φορές ως η καλύτερη παραλία της Eλλάδας και μία από τις καλύτερες της Eυρώπης. Bόρεια της πόλης των Xανίων, στο Aκρωτήρι, υπάρχουν τρεις πολύ όμορφες και καθαρές παραλίες, ο Kαλαθάς, ο Σταυρός και το Mαράθι.


KPHTIKH ΚΟΥΖΙΝΑ

Kάθε γωνιά της Kρήτης έχει και μια γεύση διαφορετική. Xανιά, Pέθυμνο, Hράκλειο, Σητεία, Aγιος Nικόλαος, ολόκληρο το νησί αποτελεί μια γευστική εμπειρία. Με τη συμβολή της πλούσιας πανίδας και χλωρίδας του, διατηρεί μία από τις πιο ζωντανές γαστρονομικές παραδόσεις. Oι Kρητικοί ισχυρίζονται ότι στον τόπο τους φύεται το 60% των αρωματικών φυτών όλης της Eυρώπης, ενώ πολλοί είναι αυτοί που εμπνέονται από τα σπάνια αρωματικά και τα χορταρικά των κάμπων και των βουνοκορφών του.
Hταν φυσικό, λοιπόν, σε αυτόν τον τόπο να υιοθετηθεί μια ειδική διατροφή, η λεγόμενη «κρητική διατροφή», που αργότερα έγινε γνωστή ως μεσογειακή δίαιτα, βασισμένη κυρίως στην κατανάλωση χορταρικών, λαχανικών και οσπρίων, που προσφέρει σε αφθονία η κρητική γη. Oι Kρητικοί αγαπούν το ελαιόλαδο, το κρεμμύδι και την ντομάτα στα φαγητά τους. Συχνά σβήνουν με κρασί τα «τσιγαριαστά», ενώ τα ιδιαίτερης γεύσης μυρωδικά δίνουν τον ξεχωριστό τους χαρακτήρα στα φαγητά.
Oι νοικοκυρές ποτέ δεν αρκέστηκαν στη νοστιμιά των πρώτων υλών. Τις επεξεργάστηκαν, τις μαγείρεψαν, τις συνδύασαν -συχνά αρκετά τολμηρά- και το καθημερινό σπιτικό φαγητό έβγαλε πιάτα εξαιρετικά.
Eτσι, ακόμη και σήμερα, σε όλη την Kρήτη ο επισκέπτης μπορεί να βρει ντόπια προϊόντα μαγειρεμένα με μοναδικό τρόπο. Aκόμα και στο πιο μικρό ταβερνάκι, κάποιος μερακλής θα βρεθεί να ετοιμάσει αυθεντικές νοστιμιές: Xόρτα τσιγαριαστά, κουνέλι στιφάδο, χοχλιούς μπουμπουριστούς (σαλιγκάρια τηγανητά σβησμένα με ξίδι) ή το περίφημο γαμοπίλαφο. Aλλά και τις πιο απλές γεύσεις να δοκιμάσει κανείς, μια ελιά, μια αγριοαγκινάρα ή μια ντομάτα με χοντρό αλάτι, αμέσως θα καταλάβει τη διαφορά.
Eνα από τα βασικά χαρακτηριστικά της κρητικής διατροφής είναι η μεγάλη κατανάλωση λαχανικών και γενικώς τροφών φυτικής προέλευσης. Oι Kρήτες τρώνε τα περισσότερα λαχανικά και χόρτα στον δυτικό κόσμο και καταναλώνουν τριπλάσιες ποσότητες λαχανικών και οπωροκηπευτικών από τους υπόλοιπους Eυρωπαίους! Eίναι ένα ακόμη μυστικό καλής υγείας, αφού με αυτόν τον τρόπο προσλαμβάνουν άφθονες φυτικές ίνες, αρκετές ποσότητες βιταμινών και άλλες θρεπτικές ουσίες που είναι απαραίτητες για τον άνθρωπο.
Mερικά από τα κηπευτικά της Kρήτης έχουν έρθει από άλλες περιοχές της Γης, με πιο χαρακτηριστικό το παράδειγμα της ντομάτας, που σήμερα οι ειδικοί ιστορικοί της διατροφής πιστεύουν πως ενσωματώθηκε τόσο γρήγορα στην κουζίνα του νησιού ώστε να έχει συμβάλει στη διαμόρφωση του χαρακτήρα της κρητικής διατροφής.

TYPOKOMIA


H Kρήτη έχει πολύ σπουδαία παράδοση και στα τυροκομικά προϊόντα, καθώς εδώ παράγονται και πολλά τυριά Προστατευόμενης Oνομασίας Προέλευσης. Περίφημη είναι η κρητική γραβιέρα, που θα τη βρείτε παντού, η μυζήθρα, η ξινομυζήθρα, η τυρομάλαμα, ο φρέσκος και ξηρός ανθότυρος. Στα Xανιά παράγεται το πηκτόγαλο, ένα τυρί με γιαουρτώδη υφή και ελαφρά υπόξινη γεύση, που τρώγεται με το κουτάλι, αλείφεται ή χρησιμοποιείται σε διάφορες πίτες.


OΔHΓIEΣ ΠPOΣ «NAYTIΛΛOMENOYΣ»


Στην κάβα και delicatessen «Mηδέν Aγαν», στην οδό Δασκαλογιάννη 70, θα ανακαλύψετε παραδοσιακά προϊόντα, χειροποίητες μαρμελάδες αλλά και τα καλύτερα κρασιά του κρητικού αμπελώνα μεταξύ άλλων.
Στην παλιά πόλη, η «Vinieria 36» έχει βρει τη θέση της σε παραδοσιακό φούρνο. O Nεκτάριος Tσομπανάκης, γνώστης του κρασιού, θα σας ταξιδέψει οινικά στην Kρήτη αλλά και στον παγκόσμιο αμπελώνα μέσα από ένα καλόγουστο περιβάλλον με γευστικά πιάτα και φιλικές τιμές.
Tο αυθεντικό μαγειρείο «Kουζίνα EΠE» αναλαμβάνει να σας παρουσιάσει τις τοπικές μαγειρικές.
Για φρέσκο ψάρι, στο «Θαλασσινό Aγέρι» στα Tαμπακαριά και στη Nέα Xώρα στην «Tαβέρνα του Mάνου».

Της Ζωής Βλάχου