Κάθε φορά που ένα φυτό χάνεται, πεθαίνει και ένα κομμάτι της φυσικής μας κληρονομιάς και της ιστορίας μας. Κάθε φορά που ο άνθρωπος εξαφανίζει ένα φυτό, σκοτώνει και την ελπίδα για μια πιθανή αντιμετώπιση του καρκίνου.
Η χλωρίδα της Κρήτης, από τις πλουσιότερες της Ευρώπης, έχει τη δική της ιστορία, που ξεκινάει από τότε που η Ασία και η Ευρώπη ήταν μια ενιαία ξηρά και ξετυλίγεται ανάμεσα στους αιώνες της ξηρασίας και των παγετώνων και μέχρι την εποχή που στο νησί ζούσαν νάνοι ελέφαντες και ελάφια.
Στην Κρήτη απαντώνται 1800 είδη φυτών, από τα οποία το 10% αποτελούνται από ενδημικά είδη, δηλαδή φυτά που φυτρώνουν σε ένα συγκεκριμένο τόπο.
Ο πλούτος της κρητικής χλωρίδας αποδίδεται στη γεωγραφική της θέση, στη γεωλογική της ιστορία και στην ποικιλία των μικροκλιματικών συνθηκών. Επίσης ο πολυσχιδής διαμελισμός της σε βουνά, φαράγγια, νησίδες κτλ. Δημιουργεί μια ποικιλία βιότοπων με ιδιαίτερες κλιματικές συνθήκες. Στο πλαίσιο του ερευνητικού προγράμματος NATURA 2000, σε ένα σύνολο 109 τύπων οικοτόπων όλης της Ελλάδας στην Κρήτη καταγράφηκαν 55. Ο πλούτος της χλωρίδας της Κρήτης γίνεται περισσότερο αντιληπτός αν λάβουμε υπόψιν μας ότι σε μια έκταση 8306 τετραγωνικών χιλιομέτρων, που αντιπροσωπεύει το 6% περίπου της συνολικής έκτασης του ελληνικού χώρου, απαντά το 28% περίπου του συνόλου των γνωστών ειδών της ελληνικής χλωρίδας.
Τα τελευταία χρόνια, ο βοτανικός και καθηγητής εφαρμογών του ΤΕΙ κ. Ζαχαρίας Κυπριωτάκης ανακάλυψε 4 νέα είδη για την επιστήμη άγνωστα στον άνθρωπο. Πρόκειται για τα: Allium platakissi, που βρέθηκε στο Ποντικονήσι, Scilla talosi, που βρέθηκε στη Ντία, Bellevasia sitiaca, που βρέθηκε στη Σητεία, όπου επίσης βρέθηκε και το Limonium cornarum.
Επίσης μελετά 15 ακόμα φυτά που τα περισσότερα μπορεί να είναι νέα είδη. Έτσι το ποσοστό της ενδημικής χλωρίδας της Κρήτης αυξάνεται σημαντικά.
«Είναι κρίμα που δεν υπάρχει ένας Βοτανικός Κήπος σε ολόκληρη την Ελλάδα. Στην Κρήτη παρά τις προσπάθειες που έχουμε καταβάλει δεν έχει δημιουργηθεί ένα αξιόλογο μουσείο, έστω και αν έχουμε μαζέψει όλο το απαραίτητο υλικό, ενώ στο Βοτανικό Κήπο και το Μουσείο του Βερολίνου, υπάρχει τμήμα με τα φυτά της Κρήτης», διαπιστώνει με πικρία ο κ. Κυπριωτάκης.
Συνεχής Άνοιξη
Η χλωρίδα του νησιού μας δεν είναι μόνο πλούσια, αλλά και ενδιαφέρουσα. Βρίσκεται σε άνθιση καθ' όλη τη διάρκεια του έτους, δημιουργώντας μια συνεχή άνοιξη, έστω και αν εμείς δεν το αντιλαμβανόμαστε. Το χειμώνα φυτρώνουν εκατοντάδες είδη στις παραλίες, στη συνέχεια κατά την άνοιξη ανθίζουν τα φυτά που βρίσκονται στα χαμηλά, δηλαδή όσα βρίσκονται σε υψόμετρο μέχρι και 800 μέτρα. Η χλωρίδα των μεγάλων υψομέτρων, εξαιτίας των χαμηλών θερμοκρασιών, ανθίζει μόλις το καλοκαίρι και ο κύκλος της άνθισης κλείνει με τα φθινοπωρινά είδη.
Γενικά οι ενδημισμοί πάντως αρέσκονται στις απομονωμένες κορφές και τα νησάκια, ευνοείται η ενδογένεση. Αγαπημένος τους τόπος είναι τα απάτητα κρεμνά, όπου τα διάφορά μικροκλίματα των περιοχών εξασφαλίζουν την επιβίωσή τους. Τα κρεμνά είναι απρόσιτα μέρη όπου Δε συμβαίνουν πυρκαγιές και τα ζώα δεν μπορούν να βοσκήσουν.Τις ομάδες των φυτών συνηθίζουμε να χαρακτηρίζουμε ως χασμοφυτικές φυτοκοινωνίες.
Τα θαλάσσια φυτά
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν και τα θαλάσσια φυτά του Κρητικού Πελάγους, όπου και εκεί φιλοξενείται πλούσια χλωρίδα. Ενδιαφέρον έχουν και οι παρατηρήσεις του κ. Κυπριωτάκη πάνω στα θαλάσσια φυτά: οι κορδέλες, Posidonia oceanica, που βρίσκουμε στις παραλίες και συχνά μας απωθούν είναι δείγματα καθαρότητας μια θάλασσας και όχι όπως εσφαλμένα νομίζουμε μόλυνση. Αντίθετα δείκτης ρύπανσης είναι το μαρούλι, τα πράσινα εκείνα φύκια με τα οποία οι ψαράδες συνηθίζουν να «στολίζουν» τα τελάρα με τα ψάρια τους!
Εξαφανίζονται...
Κι όμως η πλούσια χλωρίδα του νησιού κινδυνεύει να χαθεί. Δεκαπέντε είδη βρίσκονται σε άμεσο κίνδυνο εξαφάνισης, ενώ και τα υπόλοιπα ενδημικά φυτά κινδυνεύουν, έστω και σε μικρότερη κλίμακα.
Ήδη εξαφανίστηκε ο αστράγγαλος του Ψηλορείτη, Astragalus idapus, καθώς δεν έχει απαντηθεί εδώ και ένα περίπου αιώνα. Επειδή όμως η φύση έχει ισχυρούς μηχανισμούς αντίστασης και μας επιφυλάσσει μεγάλες εκπλήξεις, ο κ. Κυπριωτάκης ακολουθεί τις διαδρομές που κάποτε φύτρωνε με την ελπίδα ότι θα το ξαναβρεί. Ο αστράγγαλος βρέθηκε για τελευταία φορά το 1869.
Ο ίδιος ο άνθρωπος φαίνεται πως καταβάλλει ...υπεράνθρωπες προσπάθειες ώστε να συντελέσει στην οικολογική αυτή καταστροφή. Εκχερσώνει ασύστολα εκτάσεις, κυρίως στα παράλια, καταστρέφοντας έτσι τις μικρές φυτοκοινωνίες.
«Κι αν τουλάχιστον πρόκειται για είδη, έστω και σπάνια, που μπορούν να βρεθούν και σε άλλα μέρη του κόσμου, το κακό είναι μικρότερο», παρατηρεί ο κ. Κυπριωτάκης. «Όταν όμως μιλάμε για ενδημικά φυτά που βρίσκονται μόνο στην Κρήτη, το κακό είναι ανεπανόρθωτο. Όχι μόνο χάνεται ένα κομμάτι της φυσικής μας κληρονομιάς, αλλά σε πολλά από αυτά δεν έχουμε ερευνήσει τη χρησιμότητά τους. Αν κάποιο δηλαδή από αυτά έχει αντικαρκινικές ιδιότητες, θα χαθεί μαζί μ’ αυτό και ένα φάρμακο προς αντιμετώπιση του καρκίνου!»
Τα φυτά, ωστόσο, έχουν ούτως ή άλλως θεραπευτικές ιδιότητες: δρουν ως τέλεια αντικαταθλιπτικά και αγχολυτικά καθώς έχουν την εκπληκτική δυνατότητα να παίρνουν το στατικό ηλεκτρισμό από τα άτομα που τα αγγίζουν απαλλάσσοντας τα έτσι από την ένταση. Για το λόγο αυτό τα μικρά παιδιά, με ένστικτο δυνατότερο των ενηλίκων, αρέσκονται να πατούν ξυπόλητα στους κήπους και στο έδαφος. Δεν είναι τυχαίο το ότι ηρεμούμε όταν ασχολούμαστε με την περιποίηση του κήπου μας.
Οι καλλιέργειες
Λύση στον κίνδυνο της εξαφάνισης ορισμένων ειδών θα αποτελούσε η χρήση τους. Πολλά από αυτά έχουν μεγάλη καλλωπιστική αξία ή είναι σπουδαία βότανα. Ο κ. Κυπριωτάκης πειραματίζεται αυτή τη στιγμή στην καλλιέργεια ενός σπάνιου αγριοκρέμμυδου που βρήκε στο Ποντικονήσι, ώστε να το ξαναφυτέψει μετά σε μια προσπάθεια διάσωσής του. «Δεν είναι γνωστός ο μηχανισμός καλλιέργειας τους» παραδέχεται. «Πολλά καλλωπιστικά είδη, για παράδειγμα, δε χρειάζονται νερό και αν τα ποτίζουμε σαπίζουν. Δεν ξέρει κανείς πώς να τα πολλαπλασιάσει. Εγώ επί τρία χρόνια προσπαθούσα να καλλιεργήσω ένα βότανο. Αποτύγχανα. Ώσπου πρόσεξα ότι φύτρωσαν όσοι σπόροι μου είχαν κατα λάθος πέσει έξω από το σπορείο που τα έσπερνα. Το φυτό ήθελε φως και εγώ σκέπαζα με χώμα το σπόρο!»
Αν ωστόσο επιτευχθεί η καλλιέργεια σε ορισμένα είδη, αυτά είναι δυνατόν να βγουν και στο εμπόριο. Θα ήταν ένας μοναδικός τρόπος διάσωσής τους.
Φυτά και ιστορία
Τα φυτά μας δείχνουν την ιστορία μας! Όσο απίθανο και αν ακούγεται, η επιστήμη της βοτανικής επιβεβαιώνει τις υποθέσεις που κατά καιρούς έχει κάνει η γεωλογία.
Σύμφωνα με το διδάκτορα Ζαχαρία Κυπριωτάκη, η ομοιότητα της χλωρίδας της Κρήτης και της Μικράς Ασίας και η ύπαρξη των ίδιων ενδημικών φυτών, επιβεβαιώνει πως χιλιάδες χρόνια πριν το Αιγαίο Πέλαγος, η Κρήτη και η Ασία ήταν μια ενιαία ξηρά. Απολιθώματα κανέλλας στην Κρήτη και απολιθώματα του φοίνικα του Βάι στη Σαντορίνη, αποδεικνύουν ότι τα φυτά δεν είναι στάσιμα αλλά μετακινούνται έστω και με πολύ αργούς ρυθμούς, ανάλογα με τις περιβαλλοντικές συνθήκες.
« Η Νότια Ελλάδα και η Κρήτη υπήρξαν καταφύγια σε δύσκολες εποχές», εξηγεί ο κ. Κυπριωτάκης. «Για παράδειγμα, την εποχή των παγετώνων οι πολύ χαμηλές θερμοκρασίες ανάγκασαν τα φυτά να μεταναστεύσουν σε θερμότερα κλίματα, όπως έγινε με την υποκαστανιά που φύτρωνε σε όλη την Ευρώπη. Μετά τη λήξη των παγετώνων επέστρεψε στους αρχικούς της τόπους».
Η Κρήτη μάλιστα, εκτός του ότι λειτούργησε πολύ συχνά ως καταφύγιο, λειτούργησε και ως τελικός συλλέκτης φυτών, καθώς η θάλασσα που την περιβάλλει από το Νότο δημιουργεί αδιέξοδο.
Χλωρίδα και πανίδα ενός τόπου είναι άρρηκτα συνδεδεμένα μεταξύ τους. Το ίδιο και στην Κρήτη. Το νησί ήταν, χιλιάδες χρόνια πριν, γεμάτο φυτοφάγα ζώα, όπως νάνοι ιπποπόταμοι, νάνοι ελέφαντες και ελάφια. Αντίθετα δεν υπήρχαν καθόλου σαρκοφάγα ζώα με εξαίρεση τους αϊτούς που και αυτοί σε μεγάλο βαθμό σιτίζονταν με ψοφίμια. Ως συνέπεια τούτου, τα φυτοφάγα απειλούσαν τα φυτά, τα οποία κατέφυγαν στα κρεμνά. Εξ ου και ο μεγάλος αριθμός των ενδημικών στα κρεμνά. Επίσης το 40% των φρύγανων έχει αγκάθια, που λειτουργούν προστατευτικά απέναντι στις διαθέσεις των ζώων. «Πιθανώς το αχινοπόδι να μην είχε παλιά αγκάθια», υποστηρίζει ο κ. Κυπριωτάκης. «Επίσης δεν είναι τυχαίο που κανένα είδος που φυτρώνει στους κάθετους βράχους δεν έχει αγκάθια».
Γράφει η Γιάννα Χρονάκη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου