Κυριακή 8 Νοεμβρίου 2009
Άγιε μου Γιώργη μεθυστή
Άι Γιώργης ο Μεθυστής. Όσο να πεις εντυπωσιακό "παρατσούκλι" για Άγιο. Αλλά εδώ η λαική σοφία συνταιριάζει αγιότητες και ανθρώπινα χούγια. Τρεις του Νοέμβρη.
Η χαρά των "βαρελοφρόνων".
Οι νοικοκυραίοι της Κρήτης πρωτανοίγουν τα σφραγισμένα βαρέλια της νέας σοδειάς. Κρασί μυρωδάτο, σπονδή στον Άγιο τους. Κι οι εκκλησιές του, τρεις όλες κι όλες. Στην Αυγενική, στο Σωκαρά και στη Ροδιά.
Βρεθήκαμε σε λίγη ώρα να ανηφορίζουμε το στενό και κακοτράχαλο δρομάκι. Ένα πανέμορφο ηλιοβασίλεμα στεφάνωνε το ξωκκλήσι μας. Ο κόσμος λιγοστός.
Το κονάκι του Αγίου το ξόρισαν εδώ πάνω οι βοσκοί. Οι μάντρες με τα πρόβατα το
γυροφέρνουν ακόμη. Και τονε θέλανε "μεθυστή" τον Άγιο τους. Να ταιριάζει στα χνώτα τους. Να ευλογάει το κρασί τους κάθε χρόνο στις 3 του Νοέμβρη, όπως το 'κανε παλιότερα ο "προκάτοχός" του, ο Διόνυσος, την πρώτη μέρα των Ανθεστηρίων.
Η εκκλησία στολισμένη με σημαιάκια. Στο εσωτερικό της ίσα να χωρά ο παπάς, ο ψάλτης και κανά δύο ακόμη. Μπαίνεις, ανάβεις κερί, ασπάζεσαι τον Άγιο, βγαίνεις. Απλά πράγματα. Και σαν βγεις στο προαύλιο δεν έχει "αντίδερο απ' του παπά το χέρι". Ένα πάγκο με κεραστές και λογής λογής κρασιά έχει. Και λίγα μέτρα πιο κει βλέπεις τις σούβλες να στριφογυρνούν ανήσυχες. Και τις φωτιές με τα αντικρυστά κρέατα. Ιδίοτυπος "άρτος" σε ιδιότυπο πανηγύρι.
Μεθυστής ο Άη Γιώργης, γιατί μέχρι να προχωρήσει λίγο η νύχτα δοκιμάζει όλα τα
γιοματάρια των πιστών του. Και μετά βουτά και το οφτό με τα χέρια για να ξεγελάσει το
μεθύσι του. Και μόλις χορτάσει πιάνει τη λύρα και τις μαντινάδες.
Άγιε μου Γιώργη, μεθυστή
βλόγησε τη σοδειά μου
φάε και πιές και σίμωσε
και φύλα τα παιδιά μου
Μα γω κρασί δεν έπινα.
Εγώ το κοινωνούσα.
Και εδά μεθώ και χαίρομαι
κι όλο θα το βλογούσα,
αρκεί να μου το τάξετε
σε τούτη δω τη σχόλη
πως κάθε χρόνο θα 'ρχεστε
να μου το φέρνετ' όλοι.
Αφιερωμένο σ' όλους τους "μεθυστές" που επιμένουν ότι ... η ζωή είναι αλλού.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου